Ὁ Ἅγιος Θαλλέλαιος ὁ ἰατρός καί οἱ σύν αὐτῷ μαρτυρήσαντες Ἀλέξανδρος καί Ἀστέριος
Ὁ
Ἅγιος Μάρτυς Θαλλέλαιος καταγόταν ἀπό τον Λίβανο καί ἔζησε κατά τήν
ἐποχή τοῦ αὐτοκράτορα Νουμεριανοῦ (283-284 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του
ὀνομαζόταν Βερεκκόκιος καί ἡ μητέρα του Ρομβυλιανή. Εἶχε σπουδάσει τήν
ἰατρική ἐπιστήμη καί προσέφερε στούς πάντες ἀφιλοκερδῶς καί μέ ἀγάπη τίς
ἰατρικές του ὑπηρεσίες, γι’ αὐτό καί ἐντάσσεται στήν κατηγορία τῶν
γνωστῶν Ἀναργύρων.
Γιά τήν πίστη του στον Χριστό τον συνέλαβαν οἱ εἰδωλολάτρες στην
Ἀνάζαρβο, πρωτεύουσα τῆς δεύτερης ἐπαρχίας τῆς Κιλικίας, κρυμμένο μέσα
στο δάσος και τον ὁδήγησαν στον ἄρχοντα Τιβεριανό.
Ἐκεῖνος, ἐπειδή ὁ Ἅγιος δέν πειθόταν νά θυσιάσει στα εἴδωλα, πρόσταξε νά
τοῦ τρυπήσουν τούς ἀστραγάλους και νά τον κρεμάσουν μέ το κεφάλι προς
τά κάτω. Τόση δε ἦταν ἡ ὑπομονή τοῦ Ἁγίου, τήν ὁποία ἐπέδειξε κατά το
φρικτό αὐτό μαρτύριο, ὥστε δύο ἀπό τούς βασανιστές του στρατιῶτες,
ὀνόματι Ἀλέξανδρος και Ἀστέριος, πίστεψαν και ἀφοῦ ὁμολόγησαν τήν πίστη
τους στον Χριστό, ἀποκεφαλίσθηκαν.
Κατόπιν ὁ Τιβεριανός πρόσταξε και ἔριξαν τον Ἅγιο στη θάλασσα νά πνιγεῖ.
Ἐκεῖνος ὅμως, δέν ἔπαθε τίποτε και βγῆκε ἀπό τήν θάλασσα φορώντας
ὁλόλευκη ἐσθῆτα. Μετά ἀπό τήν θαυματουργική αὐτή διάσωσή του τον ἔριξαν
στο στάδιο νά τον κατασπαράξουν πεινασμένα σαρκοβόρα θηρία. Ὅμως τά
θηρία δέν τον πλησίασαν και ἔμεινε και πάλι ἀβλαβής.Ἔτσι ὁ Μάρτυς Θαλλέλαιος ἀποκεφαλίσθηκε διά ξίφους στην Ἔδεσσα τῶν
Αἰγαίων, κατά το φθινόπωρο τοῦ 284 μ.Χ. και ἔλαβε τον ἀμάραντο στέφανο
τοῦ μαρτυρίου.
Ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στο μαρτύριό του, το ὁποῖο βρισκόταν ἐντός τοῦ
Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἀγαθονίκου. Πλήν τοῦ ναΐσκου αὐτοῦ γνωρίζουμε και το ναό
κοντά στο ὄρος τοῦ Αὐξεντίου. Ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου ὑπῆρχε και μονή στην
Παλαιστίνη, τήν ὁποία, κατά τή
μαρτυρία τοῦ Προκοπίου, «ἀνανεώσατο» ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστινιανός
(527-565 μ.Χ.). Φαίνεται δε ὅτι ὁρισμένες μονές ἑόρταζαν τή μνήμη τοῦ
Ἁγίου Θαλλελαίου στίς 3 Σεπτεμβρίου, ἐνῶ ἄλλοι και στίς 23 Αὐγούστου,
ἡμέρα κατά τήν ὁποία ὁ Μάρτυς προσήχθη σε ανάκριση.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Μαρτυρίου ἀνύσας τὸν ἀγῶνα Θαλλέλαιε, ἤσχυνας εἰδώλων τὴν πλάνην, τὴ
γενναία ἀθλήσει σου· καὶ ὤφθης ἰαμάτων θησαυρός, παρέχων τᾶς ἰάσεις
δωρεάν, τοὶς προστρέχουσιν ἐν πίστει τῷ σῷ ναῶ καὶ πόθω ἄνακραζουσι ·
δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι
διὰ σοῦ, πάσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον
Τῶν Μαρτύρων σύναθλος, ἀναδειχθεῖς καὶ ὁπλίτης, στρατιώτης ἄριστος, τοῦ
Βασιλέως τῆς δόξης, γέγονας διὰ βασάνων καὶ τιμωρίας, ἔπαρσιν
εἰδωλολατρῶν καταπατήσας, διὰ τοῦτο τὴν σεπτήν σου, ὑμνοῦμεν μνήμην σοφὲ
Θαλλέλαιε. Ἡ Ἁγία Λυδία ἡ Φιλιππησία (ἑορτή Λυδία)
Ἡ
λατρεία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τά τελούμενα στους ἱερούς ναούς, ὅπως
τά σωζόμενα μνημεῖα τοῦ παρελθόντος και τοῦ παρόντος, ὡς ἀψευδεῖς
μάρτυρες τῶν γεγονότων, βοηθοῦν τον πιστό στην ὑπέρβαση τῶν τοπικῶν και
χρονικῶν περιορισμῶν και στη βίωση τῆς ἐν Χριστῷ ἑνότητος και τῆς
θαυμαστῆς παρουσίας μέσα στον κόσμο τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ συνοδοιπόρος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου και οἰκεῖος τῶν Φιλιππησίων
Εὐαγγελιστής Λουκᾶς καταγράφει στο βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων γιά
τήν πρώτη ἐπίσκεψή τους στους Φιλίππους και το βάπτισμα τῆς
πορφυροπώλιδος Λυδίας: «Ὅταν εἶδε το ὅραμα, ζητήσαμε ἀμέσως νά φέρουμε
σε αὐτούς το χαρμόσυνο ἄγγελμα.
Ἀφοῦ λοιπόν ξεκινήσαμε ἀπό τήν Τρωάδα, πλεύσαμε κατ’ εὐθεῖαν στη
Σαμοθράκη, τήν δε ἑπομένη στη Νεάπολη και ἀπὸ ἐκεῖ στους Φιλίππους, ἡ
ὁποία εἶναι ἡ πρώτη πόλη τῆς περιοχῆς ἐκείνης τῆς Μακεδονίας, μία
ἀποικία Ρωμαϊκή, και μείναμε στην πόλη σε μέρος κοντά στον ποταμό, ὅπου
νομίζαμε ὅτι ὑπῆρχε τόπος προσευχῆς και καθίσαμε και μιλούσαμε στίς
γυναῖκες πού εἶχαν συγκεντρωθεῖ ἐκεῖ.
Κάποια γυναίκα, ἀπό τήν πόλη τῶν Θυατείρων, ὀνομαζόμενη Λυδία, ἡ ὁποία
πωλοῦσε πορφύρα, γυναίκα θεοσεβής, ἄκουγε και ὁ Κύριος τῆς ἄνοιξε τήν
καρδιά, γιά νά προσέχει σε ὅσα ἔλεγε ὁ Παῦλος. Ὅταν βαπτίσθηκε αὐτή και
οἱ οἰκιακοί της, μᾶς εἶπε, «Ἐάν μέ κρίνατε ὅτι εἶμαι πιστή στον Κύριο,
ἐλᾶτε νά μείνετε στην οἰκία μου, και μᾶς πίεζε…»».
Στην πηγαία και ἀνεπιτήδευτη περιγραφή τοῦ πρώτου βαπτίσματος στους
Φιλίππους ἀπό τον πρωτοκορυφαῖο Ἀπόστολο Παῦλο εὔκολα διακρίνεται ἡ
διαδικασία και ἐπισημαίνονται οἱ βασικές προϋποθέσεις γιά τή συμμετοχή
τοῦ νέου πιστού στη νέα ἐν Χριστῷ ζωή και τήν ἔνταξή του στους κόλπους
τῆς Ἐκκλησίας.
Οἱ Ἀπόστολοι κήρυσσαν «Χριστόν ἐσταυρωμένον» καί ὅσοι ἀπό τούς ἀκροατές
ἀποδέχονταν ἀβίαστα τήν ἀποστολική διδασκαλία, ἀκολουθοῦσαν τήν πράξη,
πού καθορίσθηκε ἤδη τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Μετανοοῦσαν καί
βαπτίζονταν στό Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐξασφαλίζοντας ἔτσι τή συγχώρεση
τῶν ἀμαρτιῶν τους καί τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τή δυνατότητα
νά γεννηθοῦν στη νέα ἐν Χριστῷ ζωή.
Στήν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Ζυγάκτη, ἔξω ἀπό τά τείχη τῶν Φιλίππων, ἡ θεοσεβής
Λυδία, μαζί μέ ἄλλες γυναῖκες, ἄκουσε προσεκτικά τή χριστοκεντρική
διδασκαλία τοῦ Παύλου καί μέ ανοικτή τή φωτισμένη καρδιά της ἀποδέχθηκε
τή σωτήρια διδασκαλία.
Ἀμέσως κατέβηκε στά νερά τοῦ νέου Ἰορδάνου καί βαπτίσθηκε μαζί μέ ὅλα τά
μέλη τῆς οἰκογένειάς της. Πανηγυρικά καί ἔμπρακτα ὁμολογεῖ τήν πίστη
της στόν Χριστό καί ἡ ὁμολογία ἐπιβραβεύεται μέ τήν ἀποστολική πράξη τῆς
βαπτίσεως καί τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν ἐπάνω στους βαπτισθέντες, γιά νά
μεταδοθοῦν οἱ δωρεές τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί νά ξεκινήσει ἡ ἐφαρμογή
στο βίο τους, ὅλων ἐκείνων πού εἶναι ἀληθινά, σεμνά, δίκαια, ἁγνά,
ἀγαπητά καί ἡ ἐπιδίωξη ὁποιασδήποτε ἀρετῆς καί ὁποιουδήποτε ἐπαίνου.
Ἡ μετάβαση ὅλων στήν οἰκία τῆς Λυδίας ἐπισφράγισε τό πασχάλιο μυστήριο
τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁλοκλήρωση τῆς πνευματικῆς εὐωχίας τῆς εὐλογημένης
ἐκείνης ἡμέρας, κατά τήν ὁποία στό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἐντάχθηκε μέ τό
βάπτισμα ἡ πρώτη Εὐρωπαία Χριστιανή τῶν Φιλίππων.
Ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τήν Ἁγία Λυδία ὡς Ἰσαπόστολο καί στόν ἱερό τόπο τῆς
βαπτίσεώς της ὕψωσε ναό – βαπτιστήριο, ὅπως καί στήν παρακείμενη ὄχθη
τοῦ ποταμοῦ Ζυγάκτη καθιέρωσε ὑπαίθριο βαπτιστήριο, ὅμοιο μέ ἐκεῖνα πού
σώζονται στίς παλαιοχριστιανικές βασιλικές τῶν Φιλίππων.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὸν Θεὸν σεβόμενη διανοίας εὐθύτητι, τὸ τῆς χάριτος φέγγος διὰ Παύλου
εἴσδεδεξαι, καὶ πρώτη ἐν Φιλίπποις τῷ Χριστῷ, ἔπιστευσας θεόφρον
πανοικεῖ· διὰ τοῦτο σὲ τιμῶμεν ἀσματικῶς, Λυδία Φιλιππησία. Δόξα τῷ
εὔδοκησαντι ἐν σοῖ, δόξα τῷ σὲ καταυγάσαντι, δόξα τῷ χορηγούντι διὰ σοῦ,
ἠμὶν τὰ κρείττονα. Ἡ Ἁγία Πλατίλλα ἡ Ρωμαία
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Πλατίλλα ἔζησε τόν 1ο αἰώνα μ.Χ. στή Ρώμη. Σύμφωνα μέ τήν
παράδοση βαπτίσθηκε ἀπό τον Ἀπόστολο Πέτρο, ἦταν παρούσα στό μαρτύριο
τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί θεωρεῖται μητέρα τῆς Ἁγίας Δομιτίλλης (τιμάται
12 Μαΐου).
Τελειώθηκε μαρτυρικά το 67 μ.Χ.
Ἡ Ἁγία ἀπεικονίζεται στήν τέχνη προσφέροντας τό πέπλο της στόν Ἀπόστολο
Παῦλο κατά τό μαρτύριό του, ὁ ὁποῖος μετά τόν θάνατό του ἐμφανίσθηκε
στήν Ἁγία καί τῆς ἐπέστρεψε τό πέπλο της. Ἡ πράξη αὐτή ἀπεικονίζεται
στίς χάλκινες πόρτες τῆς βασιλικῆς τοῦ Ἁγίου Πέτρου, στή Ρώμη. Ὁ Ἅγιος Ἀσκλᾶς ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀσκλᾶς καταγόταν ἀπὸ τή Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου καὶ εἶναι
ἄγνωστο πότε ἄθλησε. Ἐργαζόμενος ἱεραποστολικὰ ὑπέρ τῆς Ὀρθοδόξου
πίστεως, συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος Ἀρριανοῦ.
Παρ’ ὅλο ποὺ πιέσθηκε, γιὰ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ἀρνήθηκε καὶ ἐξ’
αἰτίας αὐτοῦ ὑποβλήθηκε σὲ πλῆθος μαρτυρίων, τὰ ὁποῖα ὑπέμεινε
ἀγόγγυστα. Τοῦ καταξέσκισαν τὶς σάρκες καὶ τὸν ἔκαψαν μὲ ἀναμμένες
λαμπάδες.
Ἐμμένοντας ὁ Ἅγιος παρά ταῦτα στὴν ὁμολογία του, ἀφοῦ τοῦ ἔδεσαν στὸ
λαιμό βαρύτατο λίθο, τὸν ἔριξαν στὸν ποτεμό Νεῖλο, ὅπου βρῆκε μαρτυρικό
θάνατο, ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.). Ὁ Ἅγιος Βαυδέλιος ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βαυδέλιος ἔζησε περὶ τὸν 2ο ἢ 3ο αἰώνα μ.Χ. καὶ
γεννήθηκε στὴν πόλη Ὀρλεάνς τῆς Γαλλίας. Ἀφοῦ νυμφεύθηκε, ἐργάσθηκε
ἱεραποστολικὰ γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στὴ Γαλλία καὶ τὴ βόρεια
Ἰσπανία. Τελειώθηκε μαρτυρικὰ στὴν πόλη Νὶμς τῆς Γαλλίας. Οἱ Ἅγιοι Ζαβουλών καὶ Σωσσάνη
Οἱ
Ἅγιοι Ζαβουλών καὶ Σωσσάνη ἦταν οἱ γονεῖς τῆς Ἁγίας Νίνας τῆς
Ἰσαποστόλου. Περισσότερες λεπτομέρειες στην βιογραφία τῆς 14 Ἰανουαρίου. Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος Ἐπίσκοπος Τουλούζης
Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τουλούζης. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος Ἐπίσκοπος Βρεσκίας
Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ἦταν Ἐπίσκοπος Βρεσκίας τῆς Λομβαρδίας καὶ ἀγωνίσθηκε
σθεναρὰ κατὰ τῶν αἱρετικῶν Ἀρειανῶν. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 610 μ.Χ.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ἐν Μεμέλᾳ Ἱερουσαλήμ
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ μάρτυρες, μαρτύρησαν τὸ 614 μ.Χ.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὲ τοὺς Ἁγίους Μάρτυρες.
Ὁ Ἅγιος Οὐλτρίλλος Ἐπίσκοπος Μπουργκές
Ὁ Ἅγιος Οὐλτρίλλος γεννήθηκε στην πόλη Μπουργκές καὶ ἀσκήτεψε στὴ μονὴ
τοῦ Ἁγίου Νικητίου τῆς Λυὼν (τιμάται 2 Ἀπριλίου). Τὸ 612 μ.Χ. ἐξελέγη
Ἐπίσκοπος Μπουργκές καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 624 μ.Χ. Ὁ Ὅσιος Θαλάσσιος ὁ Μυροβλύτης
Ὁ Ὅσιος Θαλάσσιος καταγόταν ἀπὸ τὴ Λιβύη τῆς Ἀφρικῆς καὶ ἔζησε κατὰ τὸ
πρῶτο ἥμισυ τοῦ 7ου αἰῶνος μ.Χ., ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κωνσταντίνου
Πωγωνάτου. Ἦταν σύγχρονος τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, ὁ ὁποῖος καὶ
τοῦ ἀφιέρωσε μία ἔκθεση μὲ ἀπορίες σὲ θέματα τῆς Γραφῆς καὶ τὶς λύσεις
τους. Κατ’ ἀρχὰς ὁ Ὅσιος χειροτονήθηκε διάκονος καὶ πρεσβύτερος καὶ
ἐξελέγη ἡγούμενος. Διακρινόταν γιὰ τὴν καθαρότητα τοῦ βίου καὶ τὴ βαθιὰ
θεολογικὴ παιδεία του καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 648 μ.Χ.
Ὁ Ὅσιος συνέγραψε τετρακόσια κεφάλαια περὶ Ἀγάπης καὶ Ἐγκράτειας καὶ τῆς
Κατὰ νοῦν πολιτείας, ὅταν ἦταν ἡσυχαστὴς, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὴν
ταπεινόφρονα διατύπωσή του: «κατὰ τὸ φαινόμενον ἡσυχαστὴς, κατὰ δὲ τὴν
ἀλήθειαν πραγματευτὴς κενοδοξίας».
Τὰ κεφάλαια αὐτὰ ξυπνοῦν ψυχὲς ποὺ εἶναι σὲ πνευματικὸ θάνατο ἢ ἀνασταίνουν ψυχὲς ποὺ νεκρώθηκαν ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.
Τὸ πλεονέκτημά τους εἶναι ἡ ἐμπειρικὴ μέθοδος ποὺ, μὲ τὴν πρακτικὴ ἀγωγὴ
ποὺ ὑποδεικνύουν, ὁδηγοῦν μὲ ἀσφάλεια στὴ μεταστοιχείωση τῶν ψεκτῶν
παθῶν σὲ πάθη ἅγια καὶ στὴν κτήση τῶν θείων ἀρετῶν, ἀπ’ ὅπου ἀρχίζει ἡ
ἄνθιση τῶν καρπῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀποκορύφωμα τῶν ὁποίων εἶναι ἡ
θεομίμητη ταπείνωση καὶ ἡ ἁγία ἀγάπη.
Ὁ Ὅσιος Θαλάσσιος εἶναι ἕνας ἀπλανὴς διδάσκαλος τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ
τῶν νηπτικῶς βιούντων μοναχῶν, ἀλλὰ καὶ στοργικὸς πατέρας ὅλων τῶν
Χριστιανῶν, πρὸς τοὺς ὁποίους, ὡς δοῦλος εὐγνώμων, μεταδίδει τὸ χάρισμα
ποὺ ἔλαβε, θεραπεύοντας ὡς ἰατρὸς ψυχῶν, τὶς ἀρρωστημένες ψυχὲς καὶ
ὁδηγώντας τες στὸν ἀρχικὸ προορισμό τους, ποὺ εἶναι ἡ ὁμοίωσή τους, κατὰ
χάριν, μὲ τὸν Δημιουργὸ τους, τὴν Ἁγία Τριάδα, στὴν Ὁποία ἀφιερώνει τὰ
δεκαπέντε τελευταῖα κεφάλαια τῆς τετάρτης ἑκατοντάδος του, φανερώνοντας
τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογικὴ γνώση του.
Εὐχὴ τοῦ Ὁσίου Θαλασσίου
Κύριε τῶν πάντων Χριστὲ, ἐλευθέρωσέ μας ἀπὸ ὅλα αὐτὰ, ἀπὸ τὰ ὀλέθρια πάθη καὶ ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς ποὺ προέρχονται ἀπὸ αὐτὰ.
Πλασθήκαμε ἀπὸ Σένα, γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε τὸν παράδεισο ποὺ ἐφύτευσες Ἐσὺ.
Τὴν τωρινή μας ἀτιμία μόνοι τὴν προκαλέσαμε, μὲ τὸ νὰ προτιμήσουμε τὴν ὀλέθρια ἀπὸ τὴν εὐλογημένη ἀπόλαυση.
Ἐπήραμε τὴν ἀμοιβή μας γι’ αὐτὸ, ἀνταλλάσσοντας τὴν αἰώνια ζωὴ μὲ τὸ θάνατο.
Τώρα λοιπὸν, Κύριε, καθὼς ἐστράφηκες μὲ εύμένεια πρὸς ἐμᾶς, κάνε τὸ ἴδιο
ὥς τὸ τέλος. Καθὼς ἔγινες ἄνθρωπος γιὰ μᾶς, σῶσε μας ὅλους.
Γιατὶ ἦλθες νὰ σώσεις ἐμᾶς τοὺς χαμένους. Μὴ μᾶς χωρίσεις ἀπὸ τὴν μερίδα ὅσων σώζονται.
Ἀνέστησε τὶς ψυχὲς καὶ σῶσε τὰ σώματά μας. Καθάρισέ μας ἀπὸ κάθε μολυσμὸ.
Σπάσε τὰ δεσμὰ τῶν παθῶν ποὺ μᾶς κατέχουν. Ἐσύ, ποὺ συνέτριψες τὶς φάλαγγες τῶν ἀκάθαρτων δαιμόνων.
Καὶ ἀπάλλαξέ μας ἀπὸ τὴν τυραννία τους, γιὰ νὰ λατρεύσουμε Ἐσένα μόνο, τὸ αἰώνιο Φῶς.
Ἀφοῦ ἀναστηθοῦμε ἐκ νεκρῶν, συγκροτώντας μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους μία εὐλογημένη καὶ ἀκατάλυτη χορεία. Ἀμὴν. Ὁ Ὅσιος Μάρκος ὁ Ἐρημίτης
Ὁ Ὅσιος Μάρκος ἦταν μοναχὸς. Εἶναι ἄγνωστος ὁ τόπος καταγωγῆς καὸ ὁ
χρόνος τῆς δράσεώς του. Ἀφοῦ ἔζησε ὁσίως, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Ἐπίσκοπος Παβίας
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς Παβίας, τῆς Ἰταλίας. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα
τῆς ἐκλογῆς του, τὸ 743 μ.Χ., ἔπαθε πολλὰ ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ
ἐξορίσθηκε ἀπὸ τοὺς Λομβαρδοὺς. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 778 μ.Χ. Οἱ Ὅσιοι Ἰωάννης, Ἰωσὴφ καὶ Νικήτας
Οἱ Ὅσιοι Πατέρες μας Ἰωάννης, Ἰωσὴφ καὶ Νικήτας κατάγονταν ἀπὸ τὴν Χίο
καὶ ἔζησαν κατὰ τὸν 11ο αἰώνα μ.Χ. Ἀσκητεύοντας ἐπὶ τοῦ Προβατείου Ὄρους
τῆς νήσου τῆς Χίου, εὑρῆκαν μία ἡμέρα πάνω σὲ δένδρο μυρσίνης κρεμάμενη
εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, τὴν ὁποία, ἀφοῦ παρέλαβαν, τοποθέτησαν ἐντὸς
ναΐσκου, ποὺ ἀνήγειραν γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτὸ.
Ἀργότερα, μὲ τὴ συνδρομὴ τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου τοῦ Μονομάχου
(1042-1054), καὶ στὴ συνέχεια, τῆς ἀδελφῆς του αὐτοκράτειρας Ζωῆς,
ἀνηγέρθη μεγαλοπρεπὴς ἡ Νέα Μονὴ, ἡ ὁποία προικίσθηκε μὲ κτήματα καὶ
ἀφιερώματα καὶ κατέστη αὐτοδέσποτος διὰ βασιλικῶν χρυσοβούλλων.
Μετὰ ἀπὸ μικρὴ ἐξορία, τὴν ὁποία ὑπέστησαν λόγῳ κακόβουλων διαβολῶν, ἐπανῆλθαν στὴ μονὴ, ὅπου καὶ κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη. Ἀνακομιδὴ καὶ μετακομιδὴ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Θαυματουργοῦ
Τὸ 1087 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορα Ἀλεξίου Κομνηνοῦ (1081-1118) καὶ
Πατριάρχου Νικολάου Γ’ τοῦ Γραμματικοῦ (1084-1111), ἡ ἐπαρχία τῆς Λυκίας
καὶ ἡ πόλη τῶν Μύρων δεινοπαθοῦν ἀπὸ τοὺς Ἀγαρηνοὺς.
Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ μοναχοὶ, ποὺ διακονοῦσαν στὸ προσκύνημα τοῦ Ἁγίου
Νικολάου, συναινοῦν στὴν πρόταση «ἐμπόρων» ἀπὸ τὸ Μπάρι τῆς Ἰταλίας, ποὺ
στὴν πραγματικότητα ἦταν κληρικοὶ, νὰ πραγματοποιήσουν τὴν ἀνακομιδὴ
τῶν ἱερῶν λειψάνων καὶ τὴ μετακομιδὴ στὸ Μπάρι.
Κατὰ τὴν συναξαριστική παράδοση τὸ ἅγιο λείψανο ἀνεχώρησε τὴν 1η Ἀπριλίου τοῦ 1087 καὶ ἔφθασε στὸ Μπάρι στὶς 20 Μαΐου. Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος τοῦ Πσκώφ
Ὁ
Ἅγιος Τιμόθεος, ὁ ὁποῖος ἀρχικὰ ἦταν εἰδωλολάτρης μὲ τὸ ὄνομα Ντόβμοντ,
καταγόταν ἀπὸ τὴν Λιθουανία καὶ ἦταν πρίγκιπας τοῦ Ναλσχένσκ τῆς
Λιθουανίας.
Τὸ 1265, λόγῳ τῶν συγκρούσεων μεταξύ τῶν ἡγεμόνων τῆς Λιθουανίας,
ἀναγκάσθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν ἐπαρχία του καὶ νὰ ἐγκατασταθεῖ στὸ
Πσκώφ μαζὶ μὲ τριακόσιες οἰκογένειες.
Ἐδῶ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ τὸν ἐπεσκίασε καὶ βαπτίσθηκε Χριστιανὸς λαμβάνοντας τὸ ὄνομα Τιμόθεος.
Πολὺ σύντομα οἱ κάτοικοι τοῦ Πσκώφ τὸν ἐπέλεξαν ὡς πρίγκιπά τους γιὰ τὴν ἀνδρεία καὶ τὶς ἀληθινὲς χριστιανικὲς ἀρετές του.
Ὁ Ἅγιος κυβέρνησε γιὰ τριάντα τρία χρόνια μὲ εἰρήνη καὶ σύνεση. Ἦταν
δίκαιος, ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος, γενναιόδωρος καὶ προστάτης τῶν μονῶν
καὶ τῶν ναῶν. Ἵδρυσε μάλιστα καὶ μία μονὴ πρὸς τιμὴν τοῦ Γενεσίου τῆς
Θεοτόκου.
Τὸ 1268 ὁ πρίγκιπας Τιμόθεος ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἥρωες τῆς ἱστορικῆς
μάχης κατὰ τῶν Δανικῶν καὶ Γερμανικῶν στρατευμάτων ποὺ ὑπερασπίσθηκαν μὲ
πίστη καὶ αὐταπάρνηση τὴ Ρωσικὴ γῆ.
Πρὶν ἀπὸ κάθε μάχη πήγαινε στὴν ἐκκλησία, ὅπου προσευχόταν καὶ ἄφηνε τὸ
ξίφος του στὸ βῆμα τῆς Ὡραίας Πύλης λαμβάνοντας τὴν εὐλογία τοῦ ἱερέως. Ὁ
γενναῖος πολεμιστὴς – πρίγκιπας κέρδισε τὴν τελικὴ μάχη κατὰ τῶν
Γερμανῶν, στὶς 5 Μαρτίου τοῦ 1299.
Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1299, ἀλλὰ προστάτευε τὴν πόλη
τοῦ Πσκώφ καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του. Ὅταν κατὰ τὸ 1480, περισσότερο ἀπὸ
ἑκατὸ χιλιάδες Γερμανοὶ πολιόρκησαν τὴν πόλη, ἐκεῖνος ἐμφανίσθηκε σὲ
ἕναν Χριστιανὸ καὶ τὸν προέτρεψε νὰ λάβουν τὴν εἰκόνα του μαζὶ μὲ ἕνα
σταυρὸ καὶ νὰ τὰ λιτανεύσουν στὴν πόλη. Οἱ Χριστιανοὶ τοῦ Πσκώφ ἔπραξαν,
ὅπως τοὺς εἶπε ὁ Ἅγιός τους, καὶ οἱ Γερμανοὶ ἀναχώρησαν ἀπὸ τὴν πόλη. Ἀνακομιδὴ ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ὁσίου Ἀλεξίου τοῦ θαυματουργοῦ
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ὁσίου Ἀλεξίου τοῦ Θαυματουργοῦ, Ἀρχιεπισκόπου Μόσχας, στὶς 12 Φεβρουαρίου.
Τὰ ἱερά λείψανά του, ἀνακαλύφθηκαν στὶς 20 Μαΐου τοῦ 1431. Τὸ 1485, τὰ
ἱερὰ λείψανα μετακομίσθηκαν σὲ ναὸ ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο. Σήμερα
βρίσκονται στὸν Πατριαρχικὸ Ναὸ τῶν Θεοφανείων τῆς Μόσχας.
Ὁ Ὅσιος Στέφανος
Ὁ Ἅγιος Στέφανος γεννήθηκε στὸ Μαυροβούνιο τῆς Σερβίας καὶ ἔζησε κατὰ
τὸν 17ο αἰώνα μ.Χ. Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ
ἔγινε μοναχὸς στὴ μονὴ Μοράκα. Λόγῳ τῶν Τούρκων ἀναγκάσθηκε νὰ
ἐγκαταλείψει τὸ μοναστήρι καὶ νὰ ζήσει κρυμμένος ἀπὸ τοὺς βοσκοὺς τῆς
περιοχῆς γιὰ ἑπτὰ χρόνια.
Τὸ 1660 συνέχισε τὸν ἀσκητικό του βίο σὲ ἕνα σπήλαιο μέσα στὸ ὁποῖο
ἔζησε μὲ ἀδιάλειπτη προσευχὴ ἐπὶ τριάντα χρόνια. Τέσσερα ἔτη μετὰ τὴν
ὁσιακὴ κοίμησή του, οἱ πιστοὶ βρῆκαν τὸ τίμιο λείψανό του ἀπὸ τὸ φῶς ποὺ
φώτιζε τὸ σπήλαιο, μέσα στὸ ὁποῖο ὁ Ὅσιος Στέφανος εἶχε ἀναπαυθεῖ.
Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr) anavaseis.blogspot.gr
http://www.hristospanagia.gr/?p=9666#more-9666
Ὁ
Ἅγιος Μάρτυς Θαλλέλαιος καταγόταν ἀπό τον Λίβανο καί ἔζησε κατά τήν
ἐποχή τοῦ αὐτοκράτορα Νουμεριανοῦ (283-284 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του
ὀνομαζόταν Βερεκκόκιος καί ἡ μητέρα του Ρομβυλιανή. Εἶχε σπουδάσει τήν
ἰατρική ἐπιστήμη καί προσέφερε στούς πάντες ἀφιλοκερδῶς καί μέ ἀγάπη τίς
ἰατρικές του ὑπηρεσίες, γι’ αὐτό καί ἐντάσσεται στήν κατηγορία τῶν
γνωστῶν Ἀναργύρων.
Γιά τήν πίστη του στον Χριστό τον συνέλαβαν οἱ εἰδωλολάτρες στην
Ἀνάζαρβο, πρωτεύουσα τῆς δεύτερης ἐπαρχίας τῆς Κιλικίας, κρυμμένο μέσα
στο δάσος και τον ὁδήγησαν στον ἄρχοντα Τιβεριανό.
Ἐκεῖνος, ἐπειδή ὁ Ἅγιος δέν πειθόταν νά θυσιάσει στα εἴδωλα, πρόσταξε νά
τοῦ τρυπήσουν τούς ἀστραγάλους και νά τον κρεμάσουν μέ το κεφάλι προς
τά κάτω. Τόση δε ἦταν ἡ ὑπομονή τοῦ Ἁγίου, τήν ὁποία ἐπέδειξε κατά το
φρικτό αὐτό μαρτύριο, ὥστε δύο ἀπό τούς βασανιστές του στρατιῶτες,
ὀνόματι Ἀλέξανδρος και Ἀστέριος, πίστεψαν και ἀφοῦ ὁμολόγησαν τήν πίστη
τους στον Χριστό, ἀποκεφαλίσθηκαν.
Κατόπιν ὁ Τιβεριανός πρόσταξε και ἔριξαν τον Ἅγιο στη θάλασσα νά πνιγεῖ.
Ἐκεῖνος ὅμως, δέν ἔπαθε τίποτε και βγῆκε ἀπό τήν θάλασσα φορώντας
ὁλόλευκη ἐσθῆτα. Μετά ἀπό τήν θαυματουργική αὐτή διάσωσή του τον ἔριξαν
στο στάδιο νά τον κατασπαράξουν πεινασμένα σαρκοβόρα θηρία. Ὅμως τά
θηρία δέν τον πλησίασαν και ἔμεινε και πάλι ἀβλαβής.Ἔτσι ὁ Μάρτυς Θαλλέλαιος ἀποκεφαλίσθηκε διά ξίφους στην Ἔδεσσα τῶν
Αἰγαίων, κατά το φθινόπωρο τοῦ 284 μ.Χ. και ἔλαβε τον ἀμάραντο στέφανο
τοῦ μαρτυρίου.
Ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στο μαρτύριό του, το ὁποῖο βρισκόταν ἐντός τοῦ
Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἀγαθονίκου. Πλήν τοῦ ναΐσκου αὐτοῦ γνωρίζουμε και το ναό
κοντά στο ὄρος τοῦ Αὐξεντίου. Ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου ὑπῆρχε και μονή στην
Παλαιστίνη, τήν ὁποία, κατά τή
μαρτυρία τοῦ Προκοπίου, «ἀνανεώσατο» ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστινιανός
(527-565 μ.Χ.). Φαίνεται δε ὅτι ὁρισμένες μονές ἑόρταζαν τή μνήμη τοῦ
Ἁγίου Θαλλελαίου στίς 3 Σεπτεμβρίου, ἐνῶ ἄλλοι και στίς 23 Αὐγούστου,
ἡμέρα κατά τήν ὁποία ὁ Μάρτυς προσήχθη σε ανάκριση.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Μαρτυρίου ἀνύσας τὸν ἀγῶνα Θαλλέλαιε, ἤσχυνας εἰδώλων τὴν πλάνην, τὴ
γενναία ἀθλήσει σου· καὶ ὤφθης ἰαμάτων θησαυρός, παρέχων τᾶς ἰάσεις
δωρεάν, τοὶς προστρέχουσιν ἐν πίστει τῷ σῷ ναῶ καὶ πόθω ἄνακραζουσι ·
δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι
διὰ σοῦ, πάσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον
Τῶν Μαρτύρων σύναθλος, ἀναδειχθεῖς καὶ ὁπλίτης, στρατιώτης ἄριστος, τοῦ
Βασιλέως τῆς δόξης, γέγονας διὰ βασάνων καὶ τιμωρίας, ἔπαρσιν
εἰδωλολατρῶν καταπατήσας, διὰ τοῦτο τὴν σεπτήν σου, ὑμνοῦμεν μνήμην σοφὲ
Θαλλέλαιε. Ἡ Ἁγία Λυδία ἡ Φιλιππησία (ἑορτή Λυδία)
Ἡ
λατρεία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τά τελούμενα στους ἱερούς ναούς, ὅπως
τά σωζόμενα μνημεῖα τοῦ παρελθόντος και τοῦ παρόντος, ὡς ἀψευδεῖς
μάρτυρες τῶν γεγονότων, βοηθοῦν τον πιστό στην ὑπέρβαση τῶν τοπικῶν και
χρονικῶν περιορισμῶν και στη βίωση τῆς ἐν Χριστῷ ἑνότητος και τῆς
θαυμαστῆς παρουσίας μέσα στον κόσμο τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ συνοδοιπόρος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου και οἰκεῖος τῶν Φιλιππησίων
Εὐαγγελιστής Λουκᾶς καταγράφει στο βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων γιά
τήν πρώτη ἐπίσκεψή τους στους Φιλίππους και το βάπτισμα τῆς
πορφυροπώλιδος Λυδίας: «Ὅταν εἶδε το ὅραμα, ζητήσαμε ἀμέσως νά φέρουμε
σε αὐτούς το χαρμόσυνο ἄγγελμα.
Ἀφοῦ λοιπόν ξεκινήσαμε ἀπό τήν Τρωάδα, πλεύσαμε κατ’ εὐθεῖαν στη
Σαμοθράκη, τήν δε ἑπομένη στη Νεάπολη και ἀπὸ ἐκεῖ στους Φιλίππους, ἡ
ὁποία εἶναι ἡ πρώτη πόλη τῆς περιοχῆς ἐκείνης τῆς Μακεδονίας, μία
ἀποικία Ρωμαϊκή, και μείναμε στην πόλη σε μέρος κοντά στον ποταμό, ὅπου
νομίζαμε ὅτι ὑπῆρχε τόπος προσευχῆς και καθίσαμε και μιλούσαμε στίς
γυναῖκες πού εἶχαν συγκεντρωθεῖ ἐκεῖ.
Κάποια γυναίκα, ἀπό τήν πόλη τῶν Θυατείρων, ὀνομαζόμενη Λυδία, ἡ ὁποία
πωλοῦσε πορφύρα, γυναίκα θεοσεβής, ἄκουγε και ὁ Κύριος τῆς ἄνοιξε τήν
καρδιά, γιά νά προσέχει σε ὅσα ἔλεγε ὁ Παῦλος. Ὅταν βαπτίσθηκε αὐτή και
οἱ οἰκιακοί της, μᾶς εἶπε, «Ἐάν μέ κρίνατε ὅτι εἶμαι πιστή στον Κύριο,
ἐλᾶτε νά μείνετε στην οἰκία μου, και μᾶς πίεζε…»».
Στην πηγαία και ἀνεπιτήδευτη περιγραφή τοῦ πρώτου βαπτίσματος στους
Φιλίππους ἀπό τον πρωτοκορυφαῖο Ἀπόστολο Παῦλο εὔκολα διακρίνεται ἡ
διαδικασία και ἐπισημαίνονται οἱ βασικές προϋποθέσεις γιά τή συμμετοχή
τοῦ νέου πιστού στη νέα ἐν Χριστῷ ζωή και τήν ἔνταξή του στους κόλπους
τῆς Ἐκκλησίας.
Οἱ Ἀπόστολοι κήρυσσαν «Χριστόν ἐσταυρωμένον» καί ὅσοι ἀπό τούς ἀκροατές
ἀποδέχονταν ἀβίαστα τήν ἀποστολική διδασκαλία, ἀκολουθοῦσαν τήν πράξη,
πού καθορίσθηκε ἤδη τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Μετανοοῦσαν καί
βαπτίζονταν στό Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐξασφαλίζοντας ἔτσι τή συγχώρεση
τῶν ἀμαρτιῶν τους καί τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τή δυνατότητα
νά γεννηθοῦν στη νέα ἐν Χριστῷ ζωή.
Στήν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Ζυγάκτη, ἔξω ἀπό τά τείχη τῶν Φιλίππων, ἡ θεοσεβής
Λυδία, μαζί μέ ἄλλες γυναῖκες, ἄκουσε προσεκτικά τή χριστοκεντρική
διδασκαλία τοῦ Παύλου καί μέ ανοικτή τή φωτισμένη καρδιά της ἀποδέχθηκε
τή σωτήρια διδασκαλία.
Ἀμέσως κατέβηκε στά νερά τοῦ νέου Ἰορδάνου καί βαπτίσθηκε μαζί μέ ὅλα τά
μέλη τῆς οἰκογένειάς της. Πανηγυρικά καί ἔμπρακτα ὁμολογεῖ τήν πίστη
της στόν Χριστό καί ἡ ὁμολογία ἐπιβραβεύεται μέ τήν ἀποστολική πράξη τῆς
βαπτίσεως καί τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν ἐπάνω στους βαπτισθέντες, γιά νά
μεταδοθοῦν οἱ δωρεές τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί νά ξεκινήσει ἡ ἐφαρμογή
στο βίο τους, ὅλων ἐκείνων πού εἶναι ἀληθινά, σεμνά, δίκαια, ἁγνά,
ἀγαπητά καί ἡ ἐπιδίωξη ὁποιασδήποτε ἀρετῆς καί ὁποιουδήποτε ἐπαίνου.
Ἡ μετάβαση ὅλων στήν οἰκία τῆς Λυδίας ἐπισφράγισε τό πασχάλιο μυστήριο
τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁλοκλήρωση τῆς πνευματικῆς εὐωχίας τῆς εὐλογημένης
ἐκείνης ἡμέρας, κατά τήν ὁποία στό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἐντάχθηκε μέ τό
βάπτισμα ἡ πρώτη Εὐρωπαία Χριστιανή τῶν Φιλίππων.
Ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τήν Ἁγία Λυδία ὡς Ἰσαπόστολο καί στόν ἱερό τόπο τῆς
βαπτίσεώς της ὕψωσε ναό – βαπτιστήριο, ὅπως καί στήν παρακείμενη ὄχθη
τοῦ ποταμοῦ Ζυγάκτη καθιέρωσε ὑπαίθριο βαπτιστήριο, ὅμοιο μέ ἐκεῖνα πού
σώζονται στίς παλαιοχριστιανικές βασιλικές τῶν Φιλίππων.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὸν Θεὸν σεβόμενη διανοίας εὐθύτητι, τὸ τῆς χάριτος φέγγος διὰ Παύλου
εἴσδεδεξαι, καὶ πρώτη ἐν Φιλίπποις τῷ Χριστῷ, ἔπιστευσας θεόφρον
πανοικεῖ· διὰ τοῦτο σὲ τιμῶμεν ἀσματικῶς, Λυδία Φιλιππησία. Δόξα τῷ
εὔδοκησαντι ἐν σοῖ, δόξα τῷ σὲ καταυγάσαντι, δόξα τῷ χορηγούντι διὰ σοῦ,
ἠμὶν τὰ κρείττονα. Ἡ Ἁγία Πλατίλλα ἡ Ρωμαία
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Πλατίλλα ἔζησε τόν 1ο αἰώνα μ.Χ. στή Ρώμη. Σύμφωνα μέ τήν
παράδοση βαπτίσθηκε ἀπό τον Ἀπόστολο Πέτρο, ἦταν παρούσα στό μαρτύριο
τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί θεωρεῖται μητέρα τῆς Ἁγίας Δομιτίλλης (τιμάται
12 Μαΐου).
Τελειώθηκε μαρτυρικά το 67 μ.Χ.
Ἡ Ἁγία ἀπεικονίζεται στήν τέχνη προσφέροντας τό πέπλο της στόν Ἀπόστολο
Παῦλο κατά τό μαρτύριό του, ὁ ὁποῖος μετά τόν θάνατό του ἐμφανίσθηκε
στήν Ἁγία καί τῆς ἐπέστρεψε τό πέπλο της. Ἡ πράξη αὐτή ἀπεικονίζεται
στίς χάλκινες πόρτες τῆς βασιλικῆς τοῦ Ἁγίου Πέτρου, στή Ρώμη. Ὁ Ἅγιος Ἀσκλᾶς ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀσκλᾶς καταγόταν ἀπὸ τή Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου καὶ εἶναι
ἄγνωστο πότε ἄθλησε. Ἐργαζόμενος ἱεραποστολικὰ ὑπέρ τῆς Ὀρθοδόξου
πίστεως, συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος Ἀρριανοῦ.
Παρ’ ὅλο ποὺ πιέσθηκε, γιὰ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ἀρνήθηκε καὶ ἐξ’
αἰτίας αὐτοῦ ὑποβλήθηκε σὲ πλῆθος μαρτυρίων, τὰ ὁποῖα ὑπέμεινε
ἀγόγγυστα. Τοῦ καταξέσκισαν τὶς σάρκες καὶ τὸν ἔκαψαν μὲ ἀναμμένες
λαμπάδες.
Ἐμμένοντας ὁ Ἅγιος παρά ταῦτα στὴν ὁμολογία του, ἀφοῦ τοῦ ἔδεσαν στὸ
λαιμό βαρύτατο λίθο, τὸν ἔριξαν στὸν ποτεμό Νεῖλο, ὅπου βρῆκε μαρτυρικό
θάνατο, ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.). Ὁ Ἅγιος Βαυδέλιος ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βαυδέλιος ἔζησε περὶ τὸν 2ο ἢ 3ο αἰώνα μ.Χ. καὶ
γεννήθηκε στὴν πόλη Ὀρλεάνς τῆς Γαλλίας. Ἀφοῦ νυμφεύθηκε, ἐργάσθηκε
ἱεραποστολικὰ γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στὴ Γαλλία καὶ τὴ βόρεια
Ἰσπανία. Τελειώθηκε μαρτυρικὰ στὴν πόλη Νὶμς τῆς Γαλλίας. Οἱ Ἅγιοι Ζαβουλών καὶ Σωσσάνη
Οἱ
Ἅγιοι Ζαβουλών καὶ Σωσσάνη ἦταν οἱ γονεῖς τῆς Ἁγίας Νίνας τῆς
Ἰσαποστόλου. Περισσότερες λεπτομέρειες στην βιογραφία τῆς 14 Ἰανουαρίου. Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος Ἐπίσκοπος Τουλούζης
Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τουλούζης. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος Ἐπίσκοπος Βρεσκίας
Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ἦταν Ἐπίσκοπος Βρεσκίας τῆς Λομβαρδίας καὶ ἀγωνίσθηκε
σθεναρὰ κατὰ τῶν αἱρετικῶν Ἀρειανῶν. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 610 μ.Χ.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ἐν Μεμέλᾳ Ἱερουσαλήμ
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ μάρτυρες, μαρτύρησαν τὸ 614 μ.Χ.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὲ τοὺς Ἁγίους Μάρτυρες.
Ὁ Ἅγιος Οὐλτρίλλος Ἐπίσκοπος Μπουργκές
Ὁ Ἅγιος Οὐλτρίλλος γεννήθηκε στην πόλη Μπουργκές καὶ ἀσκήτεψε στὴ μονὴ
τοῦ Ἁγίου Νικητίου τῆς Λυὼν (τιμάται 2 Ἀπριλίου). Τὸ 612 μ.Χ. ἐξελέγη
Ἐπίσκοπος Μπουργκές καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 624 μ.Χ. Ὁ Ὅσιος Θαλάσσιος ὁ Μυροβλύτης
Ὁ Ὅσιος Θαλάσσιος καταγόταν ἀπὸ τὴ Λιβύη τῆς Ἀφρικῆς καὶ ἔζησε κατὰ τὸ
πρῶτο ἥμισυ τοῦ 7ου αἰῶνος μ.Χ., ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κωνσταντίνου
Πωγωνάτου. Ἦταν σύγχρονος τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, ὁ ὁποῖος καὶ
τοῦ ἀφιέρωσε μία ἔκθεση μὲ ἀπορίες σὲ θέματα τῆς Γραφῆς καὶ τὶς λύσεις
τους. Κατ’ ἀρχὰς ὁ Ὅσιος χειροτονήθηκε διάκονος καὶ πρεσβύτερος καὶ
ἐξελέγη ἡγούμενος. Διακρινόταν γιὰ τὴν καθαρότητα τοῦ βίου καὶ τὴ βαθιὰ
θεολογικὴ παιδεία του καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 648 μ.Χ.
Ὁ Ὅσιος συνέγραψε τετρακόσια κεφάλαια περὶ Ἀγάπης καὶ Ἐγκράτειας καὶ τῆς
Κατὰ νοῦν πολιτείας, ὅταν ἦταν ἡσυχαστὴς, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὴν
ταπεινόφρονα διατύπωσή του: «κατὰ τὸ φαινόμενον ἡσυχαστὴς, κατὰ δὲ τὴν
ἀλήθειαν πραγματευτὴς κενοδοξίας».
Τὰ κεφάλαια αὐτὰ ξυπνοῦν ψυχὲς ποὺ εἶναι σὲ πνευματικὸ θάνατο ἢ ἀνασταίνουν ψυχὲς ποὺ νεκρώθηκαν ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.
Τὸ πλεονέκτημά τους εἶναι ἡ ἐμπειρικὴ μέθοδος ποὺ, μὲ τὴν πρακτικὴ ἀγωγὴ
ποὺ ὑποδεικνύουν, ὁδηγοῦν μὲ ἀσφάλεια στὴ μεταστοιχείωση τῶν ψεκτῶν
παθῶν σὲ πάθη ἅγια καὶ στὴν κτήση τῶν θείων ἀρετῶν, ἀπ’ ὅπου ἀρχίζει ἡ
ἄνθιση τῶν καρπῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀποκορύφωμα τῶν ὁποίων εἶναι ἡ
θεομίμητη ταπείνωση καὶ ἡ ἁγία ἀγάπη.
Ὁ Ὅσιος Θαλάσσιος εἶναι ἕνας ἀπλανὴς διδάσκαλος τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ
τῶν νηπτικῶς βιούντων μοναχῶν, ἀλλὰ καὶ στοργικὸς πατέρας ὅλων τῶν
Χριστιανῶν, πρὸς τοὺς ὁποίους, ὡς δοῦλος εὐγνώμων, μεταδίδει τὸ χάρισμα
ποὺ ἔλαβε, θεραπεύοντας ὡς ἰατρὸς ψυχῶν, τὶς ἀρρωστημένες ψυχὲς καὶ
ὁδηγώντας τες στὸν ἀρχικὸ προορισμό τους, ποὺ εἶναι ἡ ὁμοίωσή τους, κατὰ
χάριν, μὲ τὸν Δημιουργὸ τους, τὴν Ἁγία Τριάδα, στὴν Ὁποία ἀφιερώνει τὰ
δεκαπέντε τελευταῖα κεφάλαια τῆς τετάρτης ἑκατοντάδος του, φανερώνοντας
τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογικὴ γνώση του.
Εὐχὴ τοῦ Ὁσίου Θαλασσίου
Κύριε τῶν πάντων Χριστὲ, ἐλευθέρωσέ μας ἀπὸ ὅλα αὐτὰ, ἀπὸ τὰ ὀλέθρια πάθη καὶ ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς ποὺ προέρχονται ἀπὸ αὐτὰ.
Πλασθήκαμε ἀπὸ Σένα, γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε τὸν παράδεισο ποὺ ἐφύτευσες Ἐσὺ.
Τὴν τωρινή μας ἀτιμία μόνοι τὴν προκαλέσαμε, μὲ τὸ νὰ προτιμήσουμε τὴν ὀλέθρια ἀπὸ τὴν εὐλογημένη ἀπόλαυση.
Ἐπήραμε τὴν ἀμοιβή μας γι’ αὐτὸ, ἀνταλλάσσοντας τὴν αἰώνια ζωὴ μὲ τὸ θάνατο.
Τώρα λοιπὸν, Κύριε, καθὼς ἐστράφηκες μὲ εύμένεια πρὸς ἐμᾶς, κάνε τὸ ἴδιο
ὥς τὸ τέλος. Καθὼς ἔγινες ἄνθρωπος γιὰ μᾶς, σῶσε μας ὅλους.
Γιατὶ ἦλθες νὰ σώσεις ἐμᾶς τοὺς χαμένους. Μὴ μᾶς χωρίσεις ἀπὸ τὴν μερίδα ὅσων σώζονται.
Ἀνέστησε τὶς ψυχὲς καὶ σῶσε τὰ σώματά μας. Καθάρισέ μας ἀπὸ κάθε μολυσμὸ.
Σπάσε τὰ δεσμὰ τῶν παθῶν ποὺ μᾶς κατέχουν. Ἐσύ, ποὺ συνέτριψες τὶς φάλαγγες τῶν ἀκάθαρτων δαιμόνων.
Καὶ ἀπάλλαξέ μας ἀπὸ τὴν τυραννία τους, γιὰ νὰ λατρεύσουμε Ἐσένα μόνο, τὸ αἰώνιο Φῶς.
Ἀφοῦ ἀναστηθοῦμε ἐκ νεκρῶν, συγκροτώντας μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους μία εὐλογημένη καὶ ἀκατάλυτη χορεία. Ἀμὴν. Ὁ Ὅσιος Μάρκος ὁ Ἐρημίτης
Ὁ Ὅσιος Μάρκος ἦταν μοναχὸς. Εἶναι ἄγνωστος ὁ τόπος καταγωγῆς καὸ ὁ
χρόνος τῆς δράσεώς του. Ἀφοῦ ἔζησε ὁσίως, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Ἐπίσκοπος Παβίας
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς Παβίας, τῆς Ἰταλίας. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα
τῆς ἐκλογῆς του, τὸ 743 μ.Χ., ἔπαθε πολλὰ ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ
ἐξορίσθηκε ἀπὸ τοὺς Λομβαρδοὺς. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 778 μ.Χ. Οἱ Ὅσιοι Ἰωάννης, Ἰωσὴφ καὶ Νικήτας
Οἱ Ὅσιοι Πατέρες μας Ἰωάννης, Ἰωσὴφ καὶ Νικήτας κατάγονταν ἀπὸ τὴν Χίο
καὶ ἔζησαν κατὰ τὸν 11ο αἰώνα μ.Χ. Ἀσκητεύοντας ἐπὶ τοῦ Προβατείου Ὄρους
τῆς νήσου τῆς Χίου, εὑρῆκαν μία ἡμέρα πάνω σὲ δένδρο μυρσίνης κρεμάμενη
εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, τὴν ὁποία, ἀφοῦ παρέλαβαν, τοποθέτησαν ἐντὸς
ναΐσκου, ποὺ ἀνήγειραν γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτὸ.
Ἀργότερα, μὲ τὴ συνδρομὴ τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου τοῦ Μονομάχου
(1042-1054), καὶ στὴ συνέχεια, τῆς ἀδελφῆς του αὐτοκράτειρας Ζωῆς,
ἀνηγέρθη μεγαλοπρεπὴς ἡ Νέα Μονὴ, ἡ ὁποία προικίσθηκε μὲ κτήματα καὶ
ἀφιερώματα καὶ κατέστη αὐτοδέσποτος διὰ βασιλικῶν χρυσοβούλλων.
Μετὰ ἀπὸ μικρὴ ἐξορία, τὴν ὁποία ὑπέστησαν λόγῳ κακόβουλων διαβολῶν, ἐπανῆλθαν στὴ μονὴ, ὅπου καὶ κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη. Ἀνακομιδὴ καὶ μετακομιδὴ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Θαυματουργοῦ
Τὸ 1087 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορα Ἀλεξίου Κομνηνοῦ (1081-1118) καὶ
Πατριάρχου Νικολάου Γ’ τοῦ Γραμματικοῦ (1084-1111), ἡ ἐπαρχία τῆς Λυκίας
καὶ ἡ πόλη τῶν Μύρων δεινοπαθοῦν ἀπὸ τοὺς Ἀγαρηνοὺς.
Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ μοναχοὶ, ποὺ διακονοῦσαν στὸ προσκύνημα τοῦ Ἁγίου
Νικολάου, συναινοῦν στὴν πρόταση «ἐμπόρων» ἀπὸ τὸ Μπάρι τῆς Ἰταλίας, ποὺ
στὴν πραγματικότητα ἦταν κληρικοὶ, νὰ πραγματοποιήσουν τὴν ἀνακομιδὴ
τῶν ἱερῶν λειψάνων καὶ τὴ μετακομιδὴ στὸ Μπάρι.
Κατὰ τὴν συναξαριστική παράδοση τὸ ἅγιο λείψανο ἀνεχώρησε τὴν 1η Ἀπριλίου τοῦ 1087 καὶ ἔφθασε στὸ Μπάρι στὶς 20 Μαΐου. Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος τοῦ Πσκώφ
Ὁ
Ἅγιος Τιμόθεος, ὁ ὁποῖος ἀρχικὰ ἦταν εἰδωλολάτρης μὲ τὸ ὄνομα Ντόβμοντ,
καταγόταν ἀπὸ τὴν Λιθουανία καὶ ἦταν πρίγκιπας τοῦ Ναλσχένσκ τῆς
Λιθουανίας.
Τὸ 1265, λόγῳ τῶν συγκρούσεων μεταξύ τῶν ἡγεμόνων τῆς Λιθουανίας,
ἀναγκάσθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν ἐπαρχία του καὶ νὰ ἐγκατασταθεῖ στὸ
Πσκώφ μαζὶ μὲ τριακόσιες οἰκογένειες.
Ἐδῶ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ τὸν ἐπεσκίασε καὶ βαπτίσθηκε Χριστιανὸς λαμβάνοντας τὸ ὄνομα Τιμόθεος.
Πολὺ σύντομα οἱ κάτοικοι τοῦ Πσκώφ τὸν ἐπέλεξαν ὡς πρίγκιπά τους γιὰ τὴν ἀνδρεία καὶ τὶς ἀληθινὲς χριστιανικὲς ἀρετές του.
Ὁ Ἅγιος κυβέρνησε γιὰ τριάντα τρία χρόνια μὲ εἰρήνη καὶ σύνεση. Ἦταν
δίκαιος, ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος, γενναιόδωρος καὶ προστάτης τῶν μονῶν
καὶ τῶν ναῶν. Ἵδρυσε μάλιστα καὶ μία μονὴ πρὸς τιμὴν τοῦ Γενεσίου τῆς
Θεοτόκου.
Τὸ 1268 ὁ πρίγκιπας Τιμόθεος ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἥρωες τῆς ἱστορικῆς
μάχης κατὰ τῶν Δανικῶν καὶ Γερμανικῶν στρατευμάτων ποὺ ὑπερασπίσθηκαν μὲ
πίστη καὶ αὐταπάρνηση τὴ Ρωσικὴ γῆ.
Πρὶν ἀπὸ κάθε μάχη πήγαινε στὴν ἐκκλησία, ὅπου προσευχόταν καὶ ἄφηνε τὸ
ξίφος του στὸ βῆμα τῆς Ὡραίας Πύλης λαμβάνοντας τὴν εὐλογία τοῦ ἱερέως. Ὁ
γενναῖος πολεμιστὴς – πρίγκιπας κέρδισε τὴν τελικὴ μάχη κατὰ τῶν
Γερμανῶν, στὶς 5 Μαρτίου τοῦ 1299.
Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1299, ἀλλὰ προστάτευε τὴν πόλη
τοῦ Πσκώφ καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του. Ὅταν κατὰ τὸ 1480, περισσότερο ἀπὸ
ἑκατὸ χιλιάδες Γερμανοὶ πολιόρκησαν τὴν πόλη, ἐκεῖνος ἐμφανίσθηκε σὲ
ἕναν Χριστιανὸ καὶ τὸν προέτρεψε νὰ λάβουν τὴν εἰκόνα του μαζὶ μὲ ἕνα
σταυρὸ καὶ νὰ τὰ λιτανεύσουν στὴν πόλη. Οἱ Χριστιανοὶ τοῦ Πσκώφ ἔπραξαν,
ὅπως τοὺς εἶπε ὁ Ἅγιός τους, καὶ οἱ Γερμανοὶ ἀναχώρησαν ἀπὸ τὴν πόλη. Ἀνακομιδὴ ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ὁσίου Ἀλεξίου τοῦ θαυματουργοῦ
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ὁσίου Ἀλεξίου τοῦ Θαυματουργοῦ, Ἀρχιεπισκόπου Μόσχας, στὶς 12 Φεβρουαρίου.
Τὰ ἱερά λείψανά του, ἀνακαλύφθηκαν στὶς 20 Μαΐου τοῦ 1431. Τὸ 1485, τὰ
ἱερὰ λείψανα μετακομίσθηκαν σὲ ναὸ ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο. Σήμερα
βρίσκονται στὸν Πατριαρχικὸ Ναὸ τῶν Θεοφανείων τῆς Μόσχας.
Ὁ Ὅσιος Στέφανος
Ὁ Ἅγιος Στέφανος γεννήθηκε στὸ Μαυροβούνιο τῆς Σερβίας καὶ ἔζησε κατὰ
τὸν 17ο αἰώνα μ.Χ. Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ
ἔγινε μοναχὸς στὴ μονὴ Μοράκα. Λόγῳ τῶν Τούρκων ἀναγκάσθηκε νὰ
ἐγκαταλείψει τὸ μοναστήρι καὶ νὰ ζήσει κρυμμένος ἀπὸ τοὺς βοσκοὺς τῆς
περιοχῆς γιὰ ἑπτὰ χρόνια.
Τὸ 1660 συνέχισε τὸν ἀσκητικό του βίο σὲ ἕνα σπήλαιο μέσα στὸ ὁποῖο
ἔζησε μὲ ἀδιάλειπτη προσευχὴ ἐπὶ τριάντα χρόνια. Τέσσερα ἔτη μετὰ τὴν
ὁσιακὴ κοίμησή του, οἱ πιστοὶ βρῆκαν τὸ τίμιο λείψανό του ἀπὸ τὸ φῶς ποὺ
φώτιζε τὸ σπήλαιο, μέσα στὸ ὁποῖο ὁ Ὅσιος Στέφανος εἶχε ἀναπαυθεῖ.
Πληροφορίες ἀπό Saint.gr καί Μέγα Συναξαριστή (synaxarion.gr) anavaseis.blogspot.gr
http://www.hristospanagia.gr/?p=9666#more-9666
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου