Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΥΛΟΓΕΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΥΛΟΓΕΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ
ΑΦΕΤΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΕΛΘΕΙΝ ΠΡΟΣ ΜΕ

Τρίτη 12 Μαρτίου 2013

Γιά τήν ἀγάπη

 
ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ Β΄
Για την Αγάπη
Μια συλλογή κειμένων από το Γεροντικό για την αγάπη, για να εμπνευστούμε από το φωτεινό παράδειγμα των Θεόπνευστων Πατέρων που αγωνίστηκαν για την κατάκτηση των αρετών.
«Ουδέποτε επλάγιασα να κοιμηθώ, έχοντας λύπη στην καρδιά μου για τον πλησίον μου. Και όσο πάλι εξαρτάτο από μένα, δεν άφησα άνθρωπο να κοιμηθεί στενοχωρημένος μαζί μου», έλεγε ο Αββάς Αγάθων.
Τρεις αδελφοί συμφώνησαν να θερίσουν εξήντα στρέμματα χωράφι. Την πρώτη μέρα όμως που έπιασαν δουλειά έτυχε ν’ αρρωστήσει ο ένας από τους τρεις και αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω στη σκήτη.
Οι άλλοι δύο που έμειναν είπαν μεταξύ τους:
-Δεν κάνουμε μια μικρή προσπάθεια να θερίσουμε κι εκείνο που αναλογεί στον Αδελφό; Με την ευχή του θα το κατορθώσουμε.
Το είπαν και το έκαναν. Όταν τέλειωσε το θέρισμα, κάλεσαν τον Αδελφό να πάρει το μισθό του.
-Ποιο μισθό; έλεγε εκείνος. Αφού δεν πρόλαβα να θερίσω
-Με την ευχή σου έγινε όπως πρέπει η δουλειά, του απαντούσαν οι δύο άλλοι. Έλα τώρα να πληρωθείς.
Επειδή εκείνος δεν δεχόταν να πάρει μισθό και οι άλλοι επέμεναν να του δώσουν, για να μη φιλονικούν πήγαν σ’ ένα γείτονά τους Γέροντα να τους λύσει τη διαφορά.
-Αββά, άρχισε πρώτος ο Αδελφός που είχε αρρωστήσει, πήγαμε οι τρεις μας να θερίσουμε. Εγώ όμως, προτού πιάσω δρεπάνι στο χέρι, αρρώστησα και έφυγα. Οι Αδελφοί εδώ με αναγκάζουν τώρα να πάρω μισθό, που δεν εργάστηκα. Το βρίσκεις δίκαιο αυτό;
-Αββά, επενέβησαν οι άλλοι, οι τρεις μαζί αναλάβαμε εξήντα στρέμματα χωράφι. Αν θερίζαμε όλοι, είναι απίθανο να τελειώναμε στην ορισμένη προθεσμία. Όμως με την ευχή του Αδελφού οι δύο μας το βγάλαμε εις πέρας πολύ πιο γρήγορα. Δεν είναι λοιπόν δίκαιο να πάρει το μισθό του;
Ο Γέροντας θαύμασε την αγάπη των Αδελφών εκείνων. Πήρε ευθύς το ξύλο κι έκρουσε για να μαζευτούν όλοι οι Μοναχοί της σκήτης σε σύναξη.
-Ελάτε, Πατέρες και Αδελφοί, να κάνουμε σήμερα μια δίκη, τους είπε, όταν συγκεντρώθηκαν, και διηγήθηκε την υπόθεση.
Το αποτέλεσμα ήταν να αναγκάσουν τον Αδελφό να πάρει το μισθό του. Εκείνος τον πήρε κλαίγοντας κι έλεγε διαρκώς, πως την ημέρα εκείνη οι Αδελφοί τον είχαν αδικήσει.
Ο Υποτακτικός κάποιου Γέροντος έμενε σε μια καλύβα δέκα μίλια μακριά από τη σκήτη. Μια μέρα θέλησε να τον ειδοποιήσει ο Γέροντας να έρθει να πάρει το ψωμί του. Ύστερα όμως σκέφτηκε: Για λίγα ψωμιά να κάνω τον Αδελφό να περπατήσει δέκα μίλια; Ας του τα πάω μόνος. Έβαλε το ταγάρι στον ώμο και ξεκίνησε.
Πηγαίνοντας, σκόνταψε σε μια πέτρα κι έκανε τέτοια πληγή στο πόδι, που ήταν αδύνατον να σταματήσει το αίμα. Από τον υπερβολικό πόνο που ένοιωσε άρχισε να κλαίει.
-Γιατί κλαις, Αββά; Άκουσε πίσω του μια γλυκιά φωνή να τον ρωτά. Έστρεψε το κεφάλι και είδε έναν ωραίο Άγγελο. Δεν φοβήθηκε όμως, αλλά του έδειξε με το δάκτυλο την πληγή.
-Παύσε να κλαις γι’ αυτό το τιποτένιο πράγμα, τον πρόσταξε ο Άγγελος. Τα βήματα που κάνεις για την αγάπη του Αδελφού τα έχω μετρημένα και θα πάρεις την αμοιβή σου από τον Θεό.
Ο Γέροντας πήρε θάρρος και χαρούμενος συνέχισε το δρόμο του. Από τότε προθυμοποιήθηκε να εξυπηρετεί τους Αδελφούς.
Μια μέρα πήρε πάλι ψωμιά να τα πάει σ’ άλλον Ερημίτη που έμενε πολύ πιο μακριά. Συνέβη όμως να έρχεται κι εκείνος με τον ίδιο σκοπό και συναντήθηκαν στο δρόμο.
-Αδελφέ μου, είπε πρώτος ο Γέροντας, με κόπο απέκτησα ένα μικρό θησαυρό και πρόλαβες εσύ να μου τον πάρεις.
-Μήπως η στενή πύλη χωράει μόνο εσένα, Αββά; Κάνε λίγο τόπο να περάσουμε κι εμείς, του αποκρίθηκε ο Αδελφός.
Ενώ έλεγαν αυτά, ήρθε πάλι ο Άγγελος και τους είπε: -Αυτή τη φιλονικία σαν ευωδιαστό λιβάνι ανεβαίνει στον ουρανό.
Ο Αββάς Ιωάννης με μερικούς ακόμη αδελφούς πήγαιναν να επισκεφτούν κάποια πολύ μακρινή σκήτη. Περπατώντας νυχτωθήκανε κι ο Μοναχός που τούς είχαν δώσει για οδηγό έχασε το δρόμο. Οι αδελφοί το κατάλαβαν και ρώτησαν τον Γέροντα ιδιαιτέρως:
-Τι πρέπει να κάνουμε τώρα, Αββά; Αν εξακολουθήσουμε να προχωράμε, κινδυνεύουμε να χαθούμε σ’ αυτήν εδώ την απέραντη έρημο.
-Αν δείξουμε πως καταλάβαμε ότι έχασε το δρόμο θα ντραπεί και θα στενοχωρηθεί ο αδελφός, είπε ο αγαθός Γέροντας. Θα προφασιστώ καλύτερα πως είμαι κουρασμένος και δεν μπορώ να περπατήσω άλλο και ας μείνουμε εδώ να ξημερώσει.
Έτσι κι έκανε για να μη λυπήσει τον αφηρημένο οδηγό τους.
© Copyright 2012 ΙΕΡΕΣ ΜΟΝΕΣ ΜΕΤΕΩΡΩΝ. All Rights Reserved. Design

http://www.agiameteora.net/index.php/component/content/article?id=409
http://www.hristospanagia.gr/?p=6505#more-6505

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου